Tαξίδευε κάποιος με το αυτοκίνητό του από την Αθήνα πρός τη Θεσσαλονίκη.
Κάπου στο ύψος της Μαλακάσας, του πετάγεται ένας τύπος ντυμένος από την κορυφή ως τα νύχια στα κόκκινα και του κάνει νόημα να σταματήσει. Και μόλις σταματάει, πλησιάζει στο παράθυρο και του λέει:
- Γειά σου φίλε, είμαι ο @αλάκας με τα κόκκινα και πεινάω. Εχεις τίποτα φαγώσιμο;
Παραξενεύεται ο άνθρωπός μας με το παρανοικό της όλης φάσης, αλλά τον λυπάται και του δίνει ένα σάντουιτς που είχε μαζί του.Μερικά χιλιόμετρα παρακάτω, εκεί κοντά στις στροφές της Μαλαισίνας, του πετάγεται και τον σταματάει ένας άλλος κωμικός τύπος ντυμένος όλος στα πράσινα. Σκύβει κι αυτός στο παράθυρο και του λέει:
- Φίλε μου γειά σου. Εγώ είμαι ο μαλάκας με τα πράσινα και πεθαίνω της δίψας. Δώσε μου κάτι να πιω σε παρακαλώ.Τι να κάνει ο οδηγός, σκέφτεται "Θα δραπέτευσε καμμιά φουρνιά τρελλών από το Δαφνί", αλλά είναι και πονόψυχος και του δίνει μια Coca που είχε στο αμάξι.Δεν προλαβαίνει να φτάσει στα Καμμένα Βούρλα και εκεί στον Αγιο Κωνσταντίνο, νάσου ένας άλλος ανάλογος τύπος ντυμένος στα μπλέ. Το έχει συνηθίσει πια το παρανοϊκό σκηνικό ο ήρωάς μας, οπότε μόλις ο μπλέ μαρέν άνθρωπος πλησιάζει στο παράθυρο, του λέει βιαστικά:
- Ξέρω, ξέρω είσαι ο #αλά#ας με τα μπλέ. Λέγε τι θέλεις.
- ΑΔΕΙΑ ΚΑΙ ΔΙΠΛΩΜΑ !